Όλα τα άρθρα του/της litt le mac

Τζόρνταν, με την Μαρίνα Ασλάνογλου από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος

Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος παρουσιάζει το έργο «Τζόρνταν», των Άννα Ρέυνολντς και Μόιρα Μπουφίνι, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη.
             
Ο μονόλογος, τον οποίο ερμηνεύει η Μαρίνα Ασλάνογλου, θα κάνει πρεμιέρα την Τετάρτη 3 Απριλίου 2013, στις 21.00.

Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος παρουσιάζει το έργο «Τζόρνταν», των Αννα Ρέυνολντς και Μόιρα Μπουφίνι, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη. Μια συγκλονιστική μαρτυρία, βασισμένη στην αληθινή ιστορία της Σίρλεϊ Τζόουνς ζωντανεύει στη σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου, από την Τετάρτη 3/04/13.

Τον σπαρακτικό μονόλογο ερμηνεύει η διακεκριμένη με το βραβείο «Μελίνα Μερκούρη» αλλά και με το Βραβείο Κοινού 2011 του περιοδικού «Αθηνόραμα», Μαρίνα Ασλάνογλου.

Λίγα λόγια για το έργο:
Σε μια αίθουσα αναμονής του δικαστηρίου, η Σίρλεϊ περιμένει την ετυμηγορία των δικαστών. Ο βάναυσος εραστής της, αλλά και η πρόνοια θέλουν να της πάρουν το παιδί, όμως εκείνη δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον Τζόρνταν, ούτε ο Τζόρνταν χωρίς εκείνη.  Mια αληθινή ιστορία, που το κεντρικό πρόσωπο, η Σίρλεϋ Τζόουνς αποκάλυψε στην Άννα Ρέυνολντς, τη μια από τις δύο συγγραφείς, όταν οι δυό τους ήταν συγκρατούμενες στη φυλακή.

«Τζόρνταν», ένα έργο που παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα τις θεατρικές περιόδους 2010-11 & 2011-12, με την Μαρίνα Ασλάνογλου να ερμηνεύει – σύμφωνα με τις εξαιρετικές κριτικές-  με πάθος, ευαισθησία και σπαραγμό τη Σίρλεϊ και, τελικά, να κατορθώνει να δώσει στον θεατή όχι μελαγχολία, αλλά ευφορία.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης
Σκηνοθεσία: Νίκος Μαστοράκης
Ερμηνεύει η Μαρίνα Ασλάνογλου

Το θέατρο γιορτάζει… την Παγκόσμια Ημέρα του

Μήνυμα του ιταλού κωμικού, συγγραφέα, θεατρικού σκηνοθέτη και συνθέτη Ντάριο Φο

Εδώ και μισόν αιώνα γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου στις 27 Μαρτίου: Από το 1962 που καθιερώθηκε ο θεσμός από το Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου, ο κόσμος τιμά μια τέχνη που μοιάζει, παρά τα προβλήματα, να μην πτοείται από τίποτα. Ένα κείμενο, ένας ηθοποιός, μια σκηνή και φως συνιστούν την ουσία του θεάτρου που εμπλουτίζεται από σκηνικά και κοστούμια, χρώματα, εφέ και  βίντεο.

Για το φετινό μήνυμα επελέγη  ο νομπελίστας Ντάριο Φο. Αποτελεί συνήθεια, κάθε χρόνια, μια  αναγνωρισμένη προσωπικότητα να γράφει το  μήνυμα, το οποίο διαβάζεται και μεταδίδεται σε όλον τον κόσμο. Εχουν προηγηθεί, μεταξύ άλλων, οι Ζαν Κοκτώ, Άρθουρ Μίλλερ, Λώρενς Ολίβιε, Ζαν Λουί Μπαρώ, Πήτερ Μπρουκ, Πάμπλο Νερούδα, Ευγένιος Ιονέσκο, Λουκίνο Βισκόντι, Μάρτιν Έσλιν, Ιάκωβος Καμπανέλλης, Αριάν Μνουσκίν, Ρομπέρ Λεπάζ, Αουγκούστο Μποάλ, Τζούντι Ντεντς, Τζον Μάλκοβιτς.

Το μήνυμα του ιταλού κωμικού, συγγραφέα, θεατρικού σκηνοθέτη και συνθέτη Ντάριο Φο έχει ως εξής:

«Πριν πολλά χρόνια, η εξουσία επίλυσε το πρόβλημα της ανοχής της απέναντι στους ηθοποιούς  της Commedia dell’ Arte διώχνοντας τους από την χώρα.

Σήμερα, ηθοποιοί και θίασοι έχουν πρόβλημα ανεύρεσης δημόσιων σκηνών, θεάτρων και θεατών, εξαιτίας της κρίσης.
Επομένως, οι κυβερνώντες, δεν έχουν πρόβλημα να ελέγχουν αυτούς που εκφράζονται μέσω της ειρωνείας και του σαρκασμού, μιας και δεν υπάρχει κανένας χώρος για τους ηθοποιούς, αλλά ούτε και κοινό στο οποίο να μπορούν να απευθυνθούν.

Τουναντίον, κατά την διάρκεια της Αναγέννησης, στην Ιταλία, οι κυβερνώντες έπρεπε να προσπαθήσουν αρκετά για να φέρουν τους κωμικούς σε δύσκολή θέση μιας και τους απολάμβανε μεγάλη μερίδα του κοινού.

Είναι γνωστό ότι η μεγάλη έξοδος των ηθοποιών της Commedia dell’ Arte  πραγματοποιήθηκε στον αιώνα της Αντιμεταρρύθμισης, με τη θεσμοθέτηση της κατάργησης όλων των θεατρικών χώρων, ιδιαιτέρως στην Ρώμη, όπου κατηγορήθηκαν ότι πρόσβαλλαν την Άγια Πόλη. Το 1967, ο Πάπας Ιννοκέντιος ΙΒ΄, κάτω από την συνεχόμενη πίεση της συντηρητικής πλευράς της αστικής τάξης και του κλήρου, διέταξε την κατεδάφιση του Θεάτρου Tordonina, το οποίο σύμφωνα με τους ηθικολόγους, είχε παρουσιάσει τον μεγαλύτερο αριθμό άσεμνων σκηνών.

Την εποχή της Αντιμεταρρύθμισης, ο Καρδινάλιος Κάρλο Μπορομέο, ο οποίος δρούσε στον βορά της Ιταλίας, είχε αφιερώσει τον εαυτό του στην λύτρωση  «των παιδιών του Μιλάνου», θέτοντας για την τέχνη έναν σαφή διαχωρισμό, ως την υψηλότερη μορφή πνευματικής εκπαίδευσης, και το θέατρο ως την έκφραση της αισχρολογίας και της ματαιοδοξίας. Σε ένα γράμμα που απεύθυνε στους συνεργάτες του, το οποίο παραθέτω σχεδόν αυτούσιο, εξέφρασε τις πεποιθήσεις του περίπου ως εξής: «ανησυχώ για την εξάλειψη του κακού σπόρου, έχουμε καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να κάψουμε τα κείμενα που περιέχουν μιαρούς λόγους, για να τους εξαλείψουμε από την μνήμη των αντρών, και την ίδια στιγμή να διώξουμε αυτούς που κυκλοφορούν αυτά τα κείμενα σε έντυπη μορφή. Προφανώς όμως ενώ κοιμόμασταν, ο διάβολος δούλευε με ανανεωμένο ζήλο. Αυτό που μπορούν να δουν τα μάτια μπορεί να είναι πιο διεισδυτικό για την ψυχή απ’ αυτό που μπορούν να διαβάσουν σε τέτοια βιβλία! Πόσο καταστροφικός μπορεί να είναι για το μυαλό των νεαρών αντρών και κοριτσιών ο προφορικός λόγος και οι απρεπείς κινήσεις, παρά μία άψυχη λέξη τυπωμένη σε βιβλία. Γι’ αυτό είναι επείγον να απαλλάξουμε τις πόλεις μας από αυτούς που κάνουν θέατρο, όπως κάνουμε και με τις ανεπιθύμητες ψυχές».

Επομένως η μοναδική λύση για την κρίση είναι να ελπίζουμε ότι το μεγάλο κυνήγι μαγισσών οργανώνεται εναντίον μας και ιδιαίτερα ενάντια στους νέους ανθρώπους που επιθυμούν να διδαχθούν την τέχνη του θεάτρου: μια νέα διασπορά Κωμικών, δημιουργών του θεάτρου, οι οποίοι μέσα από αυτό τον περιορισμό θα δημιουργήσουν αφάνταστα οφέλη για μια νέα εκπροσώπηση».

Γεννημένος στις 24 Μαρτίου του 1926 _έκλεισε τα 87 του χρόνια, ο Φο πήρε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1997. Με το έργο του, που πιάνει το νήμα από ιταλική Commedia dell’ Arte, ασκεί κριτική στις κοινωνίες, στην πολιτική διαφθορά, στον δογματισμό της εκκλησίας, στα κακώς κείμενα της καθημερινότητας. Μαζί με τη γυναίκα του, την ηθοποιό Φράνκα Ράμε ίδρυσαν, το 1959,  την Εταιρία Θεάτρου που φέρει τα ονόματά τους και ξεκίνησαν με χιουμοριστικά τηλεοπτικά σκετς. Εγιναν σύντομα  γνστοί κι έτσι ανέπτυξαν, σταδιακά ένα «αντιστασιακό» θέατρο, συχνά βλάσφημο και σκωπτικό. Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 ίδρυσαν σχολή υποκριτικής, συνδέθηκαν ενεργά με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας και το 1970 έφτιαξαν το Συλλογικό Κουμμουνιστικό Θέατρο (Collettivo Teatrale La Comune), ξεκινώντας παράλληλα περιοδείες σε εργοστάσια, πάρκα και γυμναστήρια.

Ο Ντάριο Φο έχει στο ενεργητικό του γύρω στα 70 έργα, αρκετά από τα οποία συνυπογράφει με τη Ράμε: Ξεχωρίζουν «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» (παίζεται φέτος στο θέατρο Αλεξανδράκης από τον Σπύρο Παπαδόπουλο), το «Δεν πληρώνω! Δεν πληρώνω», που χρόνια ανέβαζε ο Στέφανος Ληναίος με την Ελλη Φωτίου στο θέαρο Αλφα, ενώ στη λίστα με τα παιγμένα στην Αθήνα έργα του είναι και η φετινή μεγάλη επιτυχία του «Μίστερο Μπούφο», που σκηνοθετεί ο Θωμάς Μοσχόπουλος στο θεάτρο  Θησείον.

Πηγή : tovima.gr

15ο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκη: Ο θρίαμβος ενός μανάβη!

Το κοινό αγάπησε το ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκουκαι του έδωσε το βραβείο του

Η ταινία «Ο μανάβης» του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκου που πρώτο «Το Βήμα» ανέδειξε τον Ιούλιο του 2012 πριν καν ολοκληρωθεί πλήρως, απέσπασε τελικά το βραβείο κοινού για ελληνική ταινία άνω των 45′ στο 15ο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Ευαίσθητη και ρεαλιστική η ταινία του Κουτσιαμπασάκου, καταγράφει την πορεία ενός πλανώδιου πωλητή στα χωριά της Ντιοδυτικής Πίνδου κατά την διάρκεια των τεσσάρων εποχών του χρόνου (δείτε σχετικό ρεπορτάζ με τίτλο «Ο μανάβης του βουνού»).
Τα βραβεία του  15ου φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης απονεμήθηκαν το βράδυ του Σαββάτου στο Ολύμπιον της πλατείας Αριστοτέλους. Καλύτερη ξένη παραγωγή ταινίας τεκμηρίωσης άνω των 45′ είναι για το κοινό της Θεσσαλονίκης ο «Εξ αίματος αδελφός» («Blood Brother») του αμερικανού Στιβ Χούβερ, η ιστορία του Ρόκι ενός ανθρώπου που αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στη φροντίδα παιδιών πασχόντων από AIDS στην Ινδία.
Στις ταινίες κάτω των 45′ καλύτερη ελληνική θεωρήθηκε το «Μια κληρονομιά: Με την ψυχή στο στόμα» της Κυριακής Μάλαμα στην οποία εμφανίζεται ο ηθοποιός Ακύλλας Καραζήσης: ο Κυριάκος Ποιμενίδης καταθέτει μια συγκλονιστική αφήγηση για τις φοβερές μέρες του 1920 στο Καβάκ, στα περίχωρα της Σαμψούντας, και την οδυνηρή περιπλάνηση των ελληνορθόδοξων γυναικόπαιδων του χωριού στους δρόμους της εξορίας μέχρι το Νότο της Τουρκίας, κοντά στα σύνορα με τη Συρία.  
Καλύτερη ξένη παραγωγή κάτω των 45′ κρίθηκε η «Υψηλή τιμή του χρυσού», μια συμπαραγωγή Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό/ Μεγάλης Βρετανίας σε σκηνοθεσία Ρος Ντόμονι. Η ταινία  επισημαίνει ότι η Ανατολική Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι το πιο επικίνδυνο μέρος του κόσμου για μια γυναίκα και ότι κάθε ώρα που περνά, περίπου 48 γυναίκες πέφτουν θύματα βιασμού σε μια χώρα που φημίζεται για τον ορυκτό της πλούτο.
Στα βραβεία της διεθνούς επιτροπής κινηματογραφικών κριτικών FIPRESCI η ταινία «They Glow in the Dark» σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Ευαγγελίδη κρίθηκε η καλύτερη ελληνική άνω των 45′  και τα «Μέρη μιας οικογένειας| (Ολλανδία, Μεξικό) σε σκηνοθεσία Διέγο Γκουτιέρες καλύτερη ξένη.
Το βραβείο τηλεοπτικής προβολής της ΕΡΤ3 σε ντοκιμαντέρ της ενότητας «Κοινωνία και Περιβάλλον» απονεμήθηκε  εξ ημισείας στις ταινίες «Little Land» (Ελλάδα, Γαλλία) σε σκηνοθεσία Νίκου Νταγιαντά και «Νομάδες του χειμώνα» (Ελβετία) σε σκηνοθεσία Μανιέλ φον Στιρλέρ. Το βραβείο ΕΡΤ «Doc on Air» που αφορά στο καλύτερο κινηματογραφικό σχέδιο πρόταση του Pitching Forum του Eυρωπαϊκού Δικτύου Ντοκιμαντέρ EDN και αντιστοιχεί σε χρηματικό έπαθλο 7.000 ευρώ απονεμήθηκε στο «Playing With Fire» (Ελλάδα) της Αννέτας Παπαθανασίου και το βραβείο διεθνούς στο ντοκιμαντέρ «Λέγε με Κούτσου» (ΗΠΑ) σε σκηνοθεσία Κάθριν Φέρφαξ Ράιτ και Μάλικα Ζουχάλι- Ουόρολ.
Πηγή : tovima.gr

Musicbox: Οι Depeche Mode επιβεβαιώνουν το μύθο τους

Αξιζε η αναμονή για τον Ντέιβιντ Μπάουι, ο Τζάστιν Τίμπερλεϊκ κυκλοφορεί ένα από τα άλμπουμ της χρονιάς

Πόσο καλός μήνας; Δεν είναι λίγο να ακούς το νέο άλμπουμ του Μπάουι έπειτα από δέκα χρόνια, ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τον καθένα, τον καλύτερο Τζάστιν  Τίμπερλεϊκ που θα μπορούσες να φανταστείς, Depeche Mode σε φόρμα και ένα νέο καλλιτέχνη όπως τον Ασάφ Αβιντάν να σε συγκινεί. Αυτά!

Justin Timperlake – «20/20 Expirience»


WWG-RCA

Δηλώνω από την αρχή θαυμαστής του Τζάστιν χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δέχομαι ότι μου πλασάρει αβίαστα. Αλλά πως μπορώ να μείνω ασυγκίνητος σε αυτό καταιγισμό ιδεών και έμπνευσης που μου  ήλθε καταπρόσωπο από την πρώτη στιγμή που άκουσα αυτό το νέο, τρίτο άλμπουμ του.

Είχα ένα φόβο γιατί πίστευα ότι η σχέση του με τον Τίμπαλαντ θα κατέληγε σε φιάσκο, αφού ο τελευταίος εδώ και καιρό έχει στερέψει από ιδέες, πέραν του ότι οι πολύ καλές δουλειές του φέρουν την υπογραφή της αγαπημένης Μίσι Ελιοτ. Όμως ο Τζάστιν είναι έξυπνο παλικάρι.

Ξέρει και παίρνει ότι του είναι απαραίτητο από κάθε έναν που συνεργάζεται, όπως έκαναν όλοι οι σπουδαίοι του παρελθόντος, και αυτό κάνει και με τον νέο συμπαραγωγό του  Jerome “J-Roc” Harmon. Κυρίως όμως έχει όραμα. Σε αυτό το άλμπουμ καταφέρνει με ένα μαγικό τρόπο να συνενώσει τα σπουδαία πράγματα από το παρελθόν, βλέπε The Chi-Lites, Isley Brothers, Στίβι Γουόντερ, Prince με την λεγόμενη neo-soul των ημερών μας και να παρουσιάσει ένα τολμηρό έργο για καλλιτέχνη αυτού του βεληνεκούς.

Αντί να παρουσιάσει ευκολόπεπτα σκετσάκια των τριών-τεσσάρων λεπτών και να προσθέσει και δυο-τρεις παρλάτες από μερικούς γνωστούς ράπερ και να τελειώνει, δούλεψε σκληρά και ανακάτεψε στο προσωπικό του μπλέντερ σχεδόν τα πάντα.

Γκρούβι ανατολίτικους και αφρικανικούς ρυθμούς στο «Let The Groove Get In», γλυκιά σεβεντίλα στο «Spaceship Coup», τις φανκιές του Πρινς στο «Tunnel Vision». Χωρίς αμφιβολία, ένα από άλμπουμ της χρονιάς, και ένα από εκείνα που σε προκαλούν να τα εξερευνείς συνεχώς. Μου άρεσε δε, όταν απάντησε σχετικά με την μεγάλη διάρκεια των τραγουδιών πως: «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι Led Zeppelin και οι Pink Floyd είχαν το δικαίωμα και εμείς όχι». Ενας σόουλ μεσσίας γεννήθηκε. Ελπίζω η εμμονή με το χρώμα να παραμείνει στη μουσική και να μην ακολουθήσει τα χνάρια του Μάικλ!

9/10

Depeche Mode – «Delta Machine»


Columbia

Αν το Delta αναφέρεται στο πούλημα της ψυχής τους στο διάβολο προκειμένου να αποκτήσουν την μέγιστη έμπνευση για τη μουσική τους, μάλλον οι Depeche Mode θα έπρεπε να προσπαθήσουν περισσότερο. Από την άλλη επειδή ανήκω σε εκείνους εκ των οποίων το DNA έχει ποτιστεί από την Αγία Τριάδα της δισκογραφίας τους «Black Celebration» – «Music For The Masses» – «Violator» και δέχομαι σαν καλό παιδί την όποια προσφορά τους και μάλιστα σε μία περίοδο που δε συγκλονιζόμαστε δα και από νεωτερισμούς.

Το «Delta Machine» κατά τον Ντέιβ Γκάαν είναι το τελευταίο μέρος μία τριλογίας, που ουδείς αντελήφθη, με τον παραγωγό Μπεν Χίλιερ. Περιέχει όμως με ένα μαγικό τρόπο όλα τα στοιχεία και τους λόγους για τους οποίους αγαπήσαμε αυτό το συγκρότημα από τη Βρετανία. Ισως δε, είναι η πρώτη φορά που δουλειά τους αποκτά εκείνη τη σκοτεινή διάσταση που αγαπήσαμε την περίοδο με τον Αλαν Γουάιλντερ, ιδιαίτερα σε τραγούδια όπως τα «Angel» και «Secret To The End».

Ηλεκτρονικές βινιέτες υψηλής αισθητικής και βαθιάς ενδοσκόπησης όπως συμβαίνει πάντα με τον λόγο του Μάρτιν Γκορ. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που αξίζει να αγαπήσει κανείς το «Delta Machine», εγώ διαλέγω το «Should Be Higher» ένα στρυφνό, μετά-dance δυναμίτη με φωνητικά που ξεπερνούν κάθε φαντασία.

8/10


 David Bowie – «The Next Day»


Sony Music

Ηθελα να περάσει λίγος χρόνος για κοπάσει όλη αυτή αυτή η φασαρία που γίνεται γύρω από τη νέα κυκλοφορία του Ντέιβιντ Μπάουι, ήδη Νο1 σε όλες τις χώρες του κόσμου. Ηθελα να δω πιο ψύχραιμα όχι μόνο αν άξιζε όλη αυτή την αναμονή δέκα χρόνων αλλά και αν τελικά είχε λόγος ο ίδιος να σπάσει τη σιωπή του και να κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ με νέα τραγούδια στα 66 χρόνια του και έπειτα από όλα όσα έχει κάνει.

Δεν πρόκειται να μπω στην παγίδα να το κατατάξω, έχει καταντήσει βαρετό κάθε νέο άλμπουμ του να κρίνεται ως «ο,τι καλύτερο από τη  δεκαετία του ‘70» ή «ο,τι καλύτερο τα τελευταία δέκα, είκοσι ή τριάντα χρόνια». Καλό είναι να πάρουμε απόφαση ότι με τέτοια προσφορά όπως αυτή που είχε σε ολόκληρη τη δεκαετία του ’70 είναι αδύνατο ποτέ να ηχογραφήσει κάτι αντίστοιχο. Από την άλλη όμως τα τελευταία τριάντα χρόνια έχει κυκλοφορήσει άλμπουμ που βάζουν τα γυαλιά σε πολλούς νεότευκτους όπως το εξαιρετικό «1. Outside» ή το «Heathen».

Σε αυτό το πλαίσιο κινείται και το «The Next Day» και πάει ακόμη πιο πέρα θα έλεγα. Αποτελεί τη προσπάθεια του Μπάουι να αναγνώσει ο ίδιος τον εαυτό του έπειτα από τις αμέτρητες αντιγραφές που εχουν προηγηθεί από άλλους. Ο Μπάουι του 2013 ανοίγει την πολύχρωμη παλέτα του και επιλέγει αυτά που τού κάνουν κέφι ή αυτά τέλος πάντως που τον βοηθούν εκφράσει τον εαυτό του σήμερα.

Ξεκινώντας από ευρηματικό εξώφυλλο που μας πάει πίσω στο «Heroes» την ώρα που ο τίτλος ανακοινώνει το μέλλον, βρισκόμαστε στο ομώνυμο τραγούδι που η εισαγωγή του είναι το «Repetition» από το «Lodger» για να γίνει αργότερα ο,τιδήποτε από το «Scary Monsters». Το «Valentine’s Day» είναι νέο-γκλαμ, γίνεται ο κρούνερ που αγαπήσαμε στο παρελθόν με το «Heat», το «How Does The Grass Grow» με το ρεφρέν του θυμίζει το «Soul Love», το «Dirty Boys» τις συνεργασίες του με τον Ιγκι και το «Love Is Lost» τις ιντάστριαλ βινιέτες του «1. Outside».  Το «Where Are We  Now?» ήταν ακριβώς η κατάλληλη εισαγωγή για αυτήν την αυτοανάγνωση με την αναπόληση στις μέρες του Βερολίνου που όλοι αρέσκονται να αναφέρονται σήμερα. Τίποτε όμως μέσα στο «The Next Day» δεν ακούγεται ξεπερασμένο και ληγμένο. Πολύ προσεγμένη παραγωγή από τον Βισκόντι όπως πάντα και άψογα εκτελεσμένη η μουσική από εξπέρ όπως ο κιθαρίστας Ντέιβιντ Τορν και φυσικά ο αγαπημένος Ερλ Σλικ.

Το 2004 μετά το πρόβλημα υγείας που είχε, πολύ σοφά είχε πει ότι δεν πρόκειται να γράψει εν θερμώ για ο,τι τού συνέβη, το τήρησε και καλά έκανε. Οι αναφορές για το θάνατο πλέον ιδιαίτερα μέσα από τα υπέροχο κομμάτι «You Feel So Lonely You Could Die» αφορούν όχι τόσο το σοκ από το φόβο του θανάτου  αλλά περισσότερο τη συνειδητοποίηση της θνητότητας.

Με λίγα λόγια μία άρτια δουλειά από ένα  Καλλιτέχνη που δεν έχει να αποδείξει απολύτως τίποτε και γνωρίζει ακόμη πώς να πλασάρει όσο κανένας άλλος μερικές από τις πιο περιπετειώδεις μουσικές τριγύρω.

9/10

Asaf Avidan – «Different Pulses»

Universal

Μία πό τις μεγαλύτερες εκπλήξεις της χρονιάς είναι χωρίς αμφιβολία αυτό το τρομερό παιδί από το Ισραήλ. Το «πνευματικό παιδί του Ντύλαν και της Τζόπλιν» όπως τον αποκαλούν δεν ήλθε από τον ουρανό αφού έχει δισκογραφήσει τα τελευταία χρόνια με το συγκρότημά του Asaf Avidan & The Mojos και έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό τόσο με την επιτυχία «One Day / Reckoning Song» όσο και για την συμμετοχή του στο αφιέρωμα για τους Who στο Carnegie Hall αλλά και τις support εμφανίσεις του με τον Μπομπ Ντύλαν.

Το μεγάλο ατού στην περίπτωση του Ασάφ Αβιντάν είναι η μοναδική φωνή του και αυτό είναι το ενδιαφέρον με αυτό το πρώτο σόλο άλμπουμ του, ότι ενώ θα μπορούσε να παραμείνει στην ευκολία του εντυπωσιασμού μας παραθέτει μία δωδεκάδα τραγουδιών εξαιρετικής γραφής, ώριμου στίχου και το κυριότερο εκπληκτικών ρεφρέν. Τραγούδια που μπορείς να ταυτιστείς μαζί τους για τον έναν ή τον άλλο λόγο αλλά κυρίως μπορείς να τραγουδήσεις _ σπάνια υπόθεση στις μέρες μας.

8/10

Πηγή : tovima.gr

Κύπρος: Επιστρέφουν κλεμμένα κειμήλια από τα κατεχόμενα

Με μια πολύ σημαντική απόφαση του Εφετείου Μονάχου

Μία μεγάλη νίκη, δυστυχώς όμως μόνον σε πολιτιστικό πλαίσιο είχε η Κύπρος ύστερα από την απόφαση του Εφετείου του Μονάχου να επιστραφούν στην Εκκλησία της Κύπρου 173 εκκλησιαστικά κειμήλια, όπως εικόνες, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες κ. α. που είχαν συλληθεί από ναούς και μονές στα κατεχόμενα, από τον τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν.
 
Πρόκειται για μία υπόθεση που εκκρεμούσε επί μια δεκαπενταετία καθώς ο Ντικμέν είχε κατορθώσει με νομικά τεχνάσματα να πείσει _μερικώς βέβαια_ ότι τα κειμήλια του ανήκαν (!), έτσι ζητούσε ως αντίτιμο 6 εκατ. ευρώ. Καθοριστική όμως, ήταν η γνωμάτευση του γερμανού καθηγητή βυζαντινολογίας κ. Γιοχάνες Ντέκερ, ο οποίος απέδειξε ότι τα κειμήλια είναι έργα κυπρίων αγιογράφων.
 
Να σημειωθεί ωστόσο, ότι το σύνολο των έργων που κατασχέθηκαν από τα χέρια του τούρκου αρχαιοκάπηλου ήταν 232 αλλά τα 60 θα παραμείνουν ακόμη στη Γερμανία, καθώς τα περισσότερα είναι αρχαιότητες, για τις οποίες ο κ. Ντέκερ δεν μπορεί να γνωματεύσει.
Οι μεγαλύτερες λεηλασίες του Ντικμέν έγιναν στις τοιχογραφίες του ναού του Αγίου Ευφημιανού στη Λύση, οι οποίες αγοράστηκαν από το ίδρυμα Μενίλ στο Τέξας αλλά πέρυσι κατέση δυνατό να εοπιστραφούν στην Κύπρο αλλά και στα επιτοίχια ψηφιδωτά του 6ου αιώνα από τον ναό της Παναγίας Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη.
 
Μεταξύ των έργων που θα επιστραφούν πάντως είναι τεμάχια ψηφιδωτών από την Παναγία Κανακαριά, σπαράγματα τοιχογραφιών από την Παναγία Αψινθιώτισσα στο Συγχαρί, όπως το κεφάλι του αγίου Ιγνατίου, σπαράγματα επίσης, τοιχογραφιών από το ναό της Παναγίας Περγαμηνιώτισσας στην Ακανθού, που χρονολογούνται στο 12ο αιώνα, τοιχογραφιών από το ναό Αγίας Σολομονής του 9ου αιώνα και από το ναό του Αντιφωνητή (περ. 1200 και τέλη 15ου αι.) καθώς επίσης ένας μεγάλος αριθμός εικόνων και παλαιά χειρόγραφα.
 
«Πρόκειται για έργα που προέρχονται από πενήντα περίπου διαφορετικούς λεηλατημένους ναούς στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο, που έχουν πλήρως ταυτιστεί, ενώ δυστυχώς μεγάλο μέρος τους δεν έχει πλήρως ταυτολογηθεί λόγω ελλιπών αρχείων», αναφέρεται από την Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. 
Με την ίδια απόφαση του Εφετείου εξάλλου ο Ντικμέν πρέπει να επιστρέψει στην Εκκλησία της Κύπρου περίπου 90 χιλιάδες ευρώ, που είχαν κατασχεθεί μαζί με τα κειμήλια στο διαμέρισμά του στο Μόναχο από την Βαυαρική Αστυνομία το 1997.
.
Πηγή : tovima.gr

Το BBC «ξεπουλά» τους τουριστικούς οδηγούς Lonely Planet

Η αμερικανική NC2 Media θα εξαγοράσει τους οδηγούς έναντι 51,5 εκατομμυρίων λιρών από το BBC Worldwide, τους οποίους είχε αγοράσει το 2011 130,2 εκατομμύρια λίρες.

Το βρετανικό BBC αποφάσισε να πουλήσει τους τουριστικούς οδηγούς Lonely Planet σε έναν αμερικανικό όμιλο και μάλιστα σε τιμή κατά πολύ μικρότερη —μειωμένη σχεδόν κατά 80 εκατομμύρια λίρες— από αυτήν στην οποία είχε αγοράσει την εκδοτική εταιρεία.
Η αμερικανική NC2 Media θα εξαγοράσει τους οδηγούς έναντι 51,5 εκατομμυρίων λιρών από το BBC Worldwide, το εμπορικό τμήμα της δημόσιας βρετανικής τηλεόρασης. Η εξαγορά του Lonely Planet από το BBC είχε γίνει σε δύο φάσεις, το 2007 και το 2011 και είχε στοιχίσει συνολικά 130,2 εκατομμύρια στερλίνες.
Το BBC Trust, ο εποπτεύων φορέας του BBC, είπε ότι αυτή η αγοραπωλησία θα πρέπει να γίνει μάθημα για τις «σημαντικές οικονομικές απώλειες» που προκάλεσε.
Η αγορά του Lonely Planet από το BBC Worldwide είχε επικριθεί την εποχή εκείνη με το σκεπτικό ότι δεν ανταποκρινόταν στους βασικούς στόχους της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Μέχρι τότε το BBC Worldwide περιοριζόταν στην εκμετάλλευση των εγχώριων τηλεοπτικών παραγωγών.
Η εταιρεία Lonely Planet, η έδρα της οποίας βρίσκεται στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, απασχολεί 400 εργαζόμενους. Έχει επίσης γραφεία στο Λονδίνο, την Καλιφόρνια και το Νέο Δελχί. Οι οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας επιδεινώθηκαν τα τελευταία χρόνια λόγω της ανατίμησης του αυστραλιανού δολαρίου, των αναδιατάξεων στον εκδοτικό χώρο και της παγκόσμιας ύφεσης που επηρέασε τον τουρισμό, σημειώνει στην ανακοίνωσή του το BBC.
“Το BBC δεν θα κάνει τέτοιου είδους εξαγορές στο μέλλον», διαβεβαίωσε η αντιπρόεδρος του BBC Trust Νταϊάν Κόιλ, τονίζοντας ότι το Lonely Planet δεν αποδείχτηκε καλή επένδυση.
Πηγή : kathimerini.gr

Ζητείται ιστορικός για την ελληνική λογοτεχνία

Οι παλιές Ιστορίες εξαντλήθηκαν και οι νέες περιμένουν τον συγγραφέα τους. Τι δείχνουν τα πρακτικά ενός συνεδρίου που εκδίδονται από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Με 600 σελίδες, 33 μελετήματα και μια θεματολογία που καλύπτει έναν αιώνα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 ως την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, τα πρακτικά του συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στη μνήμη του κριτικού και ιστορικού της ελληνικής λογοτεχνίας Αλέξανδρου Αργυρίου (1921-2009) τον Μάιο του 2011 στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο και τυπώθηκαν στον τόμο Για μια ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα. Προτάσεις ανασυγκρότησης, θέματα και ρεύματα (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης – Μουσείο Μπενάκη, 2012), αποτελούν ντοκουμέντο.

Ο τόμος αφενός μεν αποτυπώνει τη διασπορά, την κατάσταση και τη δυναμική των νεοελληνικών σπουδών σε μια κρίσιμη στιγμή της Ιστορίας στην οποία οι νεοελληνικές φιλολογικές σπουδές συρρικνώνονται όχι μόνο με τη σταδιακή κατάργηση εδρών σε περιώνυμα πανεπιστήμια του εξωτερικού, αλλά και με τις επερχόμενες αλλαγές του σχεδίου «Αθηνά» στον ελλαδικό χώρο. Αφετέρου δε κατοπτρίζει τη διαδρομή και τις αναζητήσεις της ιστοριογραφίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας στη μετά Αργυρίου εποχή, κατά την οποία η μεταπολιτευτική και σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία γυρεύει τον ιστορικό της.

Εξηντάρηδες και πενηντάρηδες οι περισσότεροι συνεργάτες του τόμου, μέλη της αφρόκρεμας της νεοελληνικής φιλολογίας, αντιπροσωπεύουν τη χρυσή εποχή των νεοελληνικών σπουδών (1970-2000), όταν οι αλλοδαποί ερευνητές μελετούσαν με προσήλωση τη νεοελληνική γλώσσα (Πίτερ Μάκριτζ), ερευνούσαν ακάματα την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας (Μάριο Βίτι) και ενδιαφέρονταν να καταστήσουν γνωστά και ελκυστικά στο αλλόγλωσσο κοινό πρώιμα κείμενα της νεοελληνικής παράδοσης (Ρόντρικ Μπίτον).

Παράλληλα με την έκρηξη της έρευνας της νεοελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό, μελετητές στην Ελλάδα, συντονισμένοι με τις νέες λογοτεχνικές θεωρίες, αναπτύσσουν ζωηρή ερευνητική και ερμηνευτική δραστηριότητα που μαρτυρεί η θεματολογία του συνεδρίου για τον Αργυρίου και το εύρος των προσεγγίσεων: Η λογοτεχνία του 20ού αιώνα παρατηρείται μέσα από τον φακό του γλωσσικού ζητήματος, ταξινομείται με όρους ειδολογικούς, ερμηνεύεται στη βάση των εθνικών σκοπιμοτήτων και των ιδεολογικών συγκρούσεων, εξετάζεται με τα εργαλεία του έμφυλου λόγου, εκτιμάται η εναρμόνισή της με τα ευρωπαϊκά αισθητικά ρεύματα.

Μια σειρά Ιστοριών της νεοελληνικής λογοτεχνίας που γράφονται στο διάστημα αυτής της χρυσής εποχής – αρχής γενομένης από την Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (ΜΙΕΤ, 1978) του καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Λίνου Πολίτη (1906-1982), ο οποίος θεωρείται ότι συνέβαλε «στη διαμόρφωση της νεοελληνικής φιλολογίας σε πραγματική επιστήμη» – συντελούν στη συστηματική ανάπτυξη της ιστοριογραφίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

Μόνο τα τελευταία δεκαπέντε-είκοσι χρόνια, χάρη στην Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία (Νεφέλη, 1996) του Ρόντρικ Μπίτον, στην ένατη έκδοση της Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Γνώση, 2000) του Κ. Θ. Δημαρά, στη νέα, ξαναγραμμένη, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Οδυσσέας, 2003) του Μάριο Βίτι και στην οκτάτομη Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της (Καστανιώτης, 2001-2007) του Αλέξανδρου Αργυρίου ο διάλογος για την ιστορική αφήγηση της λογοτεχνίας μας και τις προϋποθέσεις της συγγραφής της βρισκόταν στην επικαιρότητα των φιλολογικών συζητήσεων.

Το πάγιο επαναλαμβανόμενο αίτημα για τη συγγραφή μιας νέας, πολύτομης και συλλογικής Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας – η έκβαση των συζητήσεων αυτών – κρύβεται σε μια διατύπωση στον πρόλογο του ανά χείρας τόμου, που υπογράφουν οι επιμελητές Αγγέλα Καστρινάκη, Αλέξης Πολίτης και Δημήτρης Τζιόβας. Οι μελέτες του τόμου, γράφουν, «συγκροτούν μια εναλλακτική, πολυπρισματική και ιστορικά προσανατολισμένη θεώρηση της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του 20ού και των αρχών του 21ου αιώνα».

Το ερώτημα στο οποίο δεν δίνουν απάντηση ούτε οι επιμελητές ούτε οι μελετητές που πραγματεύονται στο τέταρτο μέρος ζητήματα της ιστοριογραφίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας είναι πώς θα συγκροτηθούν όλες αυτές οι προσεγγίσεις σε μια νέα αφήγηση, πώς από τις προτάσεις «για μια Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», όπως δηλώνεται στον τίτλο του τόμου, θα περάσουμε στο ιστοριογραφικό αποτέλεσμα.

Οι ερευνητές που επισκέπτονταν τον Αλέξανδρο Αργυρίου στο διαμέρισμά του στην Πλουτάρχου στο Κολωνάκι είτε για να τον συμβουλευθούν για πραγματολογικές πληροφορίες που θησαυρίζονταν στο απύθμενο μνημονικό του είτε για να ανατρέξουν σε κάποιο τεκμήριο της τεράστιας βιβλιοθήκης του τον έβρισκαν τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του διαρκώς απασχολημένο με τη συγγραφή της Ιστορίας του. Οσο ζούσε ο Αργυρίου είχαμε τη βεβαιότητα ότι μια Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας γραφόταν. Ως τις τελευταίες στιγμές του ετοίμαζε τον ένατο τόμο της Ιστορίας του, με τις κριτικές αποτιμήσεις του για το ογκώδες υλικό που είχε καταθέσει στους προηγούμενους τόμους. Σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα, ξέρουμε ότι προς το παρόν μια νέα Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας δεν γράφεται.

Ο Αργυρίου και οι διάδοχοι
Ο διάδοχος του Αργυρίου θα πρέπει να αναζητηθεί στον χώρο των καθηγητών Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στα πανεπιστήμια, διότι είναι γνωστή η σύνδεση των Ιστοριών της λογοτεχνίας με την πανεπιστημιακή διδασκαλία, όπως υποστηρίζει σε αναλυτικό μελέτημά της στον εν προκειμένω τόμο η Βενετία Αποστολίδου. Στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα ο κριτικός Αλέξανδρος Αργυρίου αποτελούσε εξαίρεση σε μια σειρά ιστοριογράφων της λογοτεχνίας (Κ. Θ. Δημαράς, Λίνος Πολίτης, Μάριο Βίτι, Ρόντρικ Μπίτον) που ήταν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι.

Στον χώρο της πανεπιστημιακής κριτικής ανήκουν στην πλειονότητά τους και οι συμμετέχοντες στον τόμο – με την εξαίρεση των λογοτεχνικών κριτικών Αλέξη Ζήρα, Ελισάβετ Κοτζιά και Βαγγέλη Χατζηβασιλείου -, αρκετοί από τους οποίους έχουν τοποθετηθεί δημόσια για την κατεύθυνση την οποία θα πρέπει να ακολουθήσει η Νεοελληνική Λογοτεχνική Ιστοριογραφία μετά τον Αργυρίου.

Το νέο που εισήγαγε ο Αργυρίου στην ιστοριογραφία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας ήταν η συγχρονική προσέγγιση του λογοτεχνικού φαινόμενου. Αφήνοντας στη σκιά τον μελετητή που κρίνει και αξιολογεί εκ των υστέρων, κατέγραψε την πρόσληψη των έργων τη στιγμή που εμφανίζονται και συνέδεσε το λογοτεχνικό έργο με την εποχή του και την κοινωνική πραγματικότητα μέσα στην οποία παράγεται.

Τι επιτάσσει η εποχή
Διευρύνοντας την οπτική του και αξιοποιώντας την πλούσια παρακαταθήκη του Αρχείου Αργυρίου που έχει δωρηθεί στο Μουσείο Μπενάκη και του ηλεκτρονικού αρχείου του Αργυρίου που παραχώρησε ο ίδιος στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, έχει διατυπωθεί με διάφορες ευκαιρίες πρόσφατα και παλαιότερα – όπως στη στρογγυλή τράπεζα με θέμα τις Ιστορίες της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, που διοργάνωσε στην Αθήνα το 2004 το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, παρόντων του Αργυρίου και του Βίτι – ότι οι ιστοριογράφοι της πολύτομης, συλλογικής και πολυσυλλεκτικής Ιστορίας της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας θα πρέπει πλέον να ενσωματώσουν στη μελέτη και στην αισθητική αποτίμηση του λογοτεχνικού προϊόντος και την ιστορία των ειδών, των μεταφράσεων, του περιοδικού Τύπου, των εκδοτικών οίκων και των βιβλιοπωλείων, του γούστου του αναγνωστικού κοινού, των μπεστ σέλερ, των λογοτεχνικών βραβείων, της λογοτεχνίας στην εκπαίδευση.

Η εποχή μας απαιτεί να κατακτηθούν τα ανεξερεύνητα εδάφη της λογοτεχνίας ως θεσμού, ως επικοινωνιακού φαινομένου και ως εμπορικής δραστηριότητας και να συνεκτιμηθούν σε μια αφήγηση για τις συνθήκες παραγωγής και κατανάλωσης της λογοτεχνίας μας, όχι μόνο στον 20ό αιώνα, αλλά και στους προηγούμενους οκτώ αιώνες παρουσίας της. Αν στο συνέδριο συζητήθηκαν οι προϋποθέσεις και οι τρόποι υλοποίησης μιας τέτοιας Ιστορίας της Λογοτεχνίας, αυτό δεν αποτυπώνεται στα πρακτικά.

Βρίσκουμε όμως νύξεις για την αναγκαιότητα του εγχειρήματος: «Τα ζητήματα τα σχετικά με το αναγνωστικό κοινό και το αγοραστικό κοινό της εποχής, την έκδοση, τη διακίνηση και την εμπορία του βιβλίου, την κατοχύρωση των πνευματικών δικαιωμάτων κτλ. παραμένουν σχεδόν terra incognita» γράφει στο μελέτημά του για την κριτική της δεκαετίας του 1920 ο Χ. Λ. Καράογλου. Πρώτες παρατηρήσεις για την οικονομία της ποίησης επιχειρεί στο μελέτημά της η Τιτίκα Δημητρούλια και η Ελισάβετ Κοτζιά καταπιάνεται με την εμφάνιση του ευπώλητου μυθιστορήματος στην Ελλάδα μετά το 1985.

Η αναγκαιότητα της σύγχρονης οπτικής
«Οι εθνικές κρίσεις δημιουργούν πάντα την ανάγκη της ιστορικής γνώσης» σημειώνει στο δικό του μελέτημα στον τόμο ο Αλέξης Πολίτης, οδηγώντας στη σκέψη ότι στην εθνική κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια στον χώρο της οικονομίας αλλά και του πολιτισμού και του βιβλίου η κατάκτηση της ιστορικής γνώσης επιβάλλεται. Αφενός επειδή, σύμφωνα με τις πρώτες παρατηρήσεις, η νέα γενιά συγγραφέων διαβάζει κυρίως μεταφρασμένη λογοτεχνία και αγνοεί ή έχει λειψή γνώση της νεοελληνικής λογοτεχνίας εξίσου του απώτατου όσο και του πολύ πρόσφατου μεταπολεμικού παρελθόντος. Αφετέρου επειδή η έλλειψη στέρεης ιστορικής γνώσης διευκολύνει την εξάπλωση αυτού που ο Νάσος Βαγενάς αποκαλεί στο μελέτημά του στον τόμο «θεωριακό ιμπρεσιονισμό»: το θάμπωμα από τη θεωρία, που οδηγεί μερίδα της νεοελληνικής κριτικής σε ερμηνευτικά εξαγόμενα τα οποία συσκοτίζουν και παραμορφώνουν το πεδίο που επιχειρεί αυτή η κριτική να φωτίσει.

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης στην οποία το τοπικό και το παγκόσμιο, το εθνικό και το αλλότριο επαναπροσδιορίζονται με καινοφανείς όρους, η ελληνική λογοτεχνία έχει ανάγκη από μια Ιστορία ιδωμένη μέσα από μια σύγχρονη οπτική. «Η Ιστορία της λογοτεχνίας μοιάζει με συνεχή ανακατώματα της τράπουλας, δηλαδή διαρκείς ανασυγκροτήσεις, ανακατατάξεις και επινοήσεις νέων οπτικών και νέων ερωτημάτων» γράφει στον τόμο ο Δημήτρης Τζιόβας. Το ζητούμενο τώρα είναι: πόσος χρόνος χρειάζεται στη μετά Αργυρίου εποχή για να αρχίσει η νέα παρτίδα, για να ξεκινήσει η υλοποίηση της προσδοκίας για μια νέα αφήγηση της νεοελληνικής λογοτεχνίας;

Πηγή : tovima.gr